Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών, δηλαδή από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και μέχρι σήμερα, αναμένεται να βρεθούν φέτος, οι αγοραπωλησίες κατοικιών στην ελληνική αγορά.
Σύμφωνα με την σχετική πρόβλεψη επαγγελματιών της αγοράς ακινήτων, η υψηλή ζήτηση για την απόκτηση κατοικίας έχει ενισχυθεί ακόμα περισσότερο φέτος, ως αποτέλεσμα του προγράμματος «Σπίτι Μου», που αναμένεται να ωφελήσει περίπου 10.000 νέους, ηλικίας 25-39 ετών, αλλά και του αγοραστικού ενδιαφέροντος από το εξωτερικό.
Όπως τονίζουν εκπρόσωποι του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών-Αττικής, η ζήτηση που έχει εκδηλωθεί στο πλαίσιο του προγράμματος «Σπίτι Μου», που επιδοτεί το επιτόκιο δανεισμού έως 75% και αφορά ακίνητα ηλικίας τουλάχιστον 15 ετών, επιφάνειας 150 τ.μ. και αξίας έως 200.000 ευρώ, είναι πολύ υψηλή και υπερβαίνει τον αριθμό των περίπου 10.000 δικαιούχων.
Ωστόσο, δεν λείπουν και οι δυσκολίες, κυρίως ως προς την ανεύρεση των ακινήτων εκείνων, που να καλύπτουν τις ανάγκες των ενδιαφερόμενων ως προς τα χαρακτηριστικά τους (π.χ. περιοχή, κατάσταση κτλ.), αλλά και την τιμή τους.
Ειδικά, η τιμή είναι ένα ζήτημα, καθώς η ταυτόχρονη εκδήλωση αγοραστικού ενδιαφέροντος από χιλιάδες ενδιαφερόμενους, έχει δώσει το έναυσμα σε αρκετούς ιδιοκτήτες να αυξήσουν τις ζητούμενες τιμές πώλησης των ακινήτων τους, από την μία ημέρα στην άλλη, φτάνοντας πολύ κοντά στο υψηλότερο επιτρεπόμενο όριο των 200.000 ευρώ. Αυτό με την σειρά του, δυσχεραίνει και την εξασφάλιση των απαιτούμενων δανείων, καθώς οι τράπεζες συνεχίζουν να εφαρμόζουν αυστηρά πιστοληπτικά κριτήρια.
Επιπλέον, παρατηρούνται και δυσλειτουργίες τεχνικής φύσεως. Για παράδειγμα, οι τράπεζες ζητούν από τους ενδιαφερόμενους να βρουν πρώτα το ακίνητο που επιθυμούν να χρηματοδοτηθεί και στη συνέχεια να υποβάλλουν την σχετική αίτηση, για να ξεκινήσει η διαδικασία έκδοσης του δανείου. Ουσιαστικά δηλαδή λειτουργούν όπως σε μια τυπική αγορά ακινήτου με χρηματοδότηση. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί ιδιοκτήτες ζητούν από τους ενδιαφερόμενους να εξασφαλίσουν προέγκριση δανείου, προτού εμπλακούν σε συζητήσεις για την πώληση του διαμερίσματός τους. Έτσι, δημιουργούνται ζητήματα, που δυσχεραίνουν την ολοκλήρωση αρκετών συναλλαγών.
Εκτός όμως από το εγχώριο αγοραστικό ενδιαφέρον, φέτος καταγράφεται και μεγάλη αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό, με «αιχμή του δόρατος» τους επενδυτές από χώρες εκτός Ε.Ε., που ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν άδεια παραμονής, μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα».
Ο διπλασιασμός του ελάχιστου ορίου επένδυσης σε 500.000 ευρώ στο κέντρο της Αθήνας, τα βόρεια και νότια προάστια, την Μύκονο, την Σαντορίνη και τον Δήμο της Θεσσαλονίκης, έχει πυροδοτήσει «έκρηξη» συναλλαγών.
Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, κατά το φετινό πρώτο τρίμηνο, εκδόθηκαν συνολικά 1.052 νέες άδειες, μια αύξηση της τάξεως του 141% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Αν διατηρηθεί ο ρυθμός αυτός, είναι πιθανό το 2023 να ολοκληρωθεί με πάνω από 4.000 νέες χορηγήσεις αδειών, χωρίς να αποκλείεται το νούμερο αυτό να είναι ακόμα υψηλότερο. Παράλληλα, κατά τους πρώτους τρεις μήνες του 2023, τα αιτήματα χορήγησης αδειών μόνιμου επενδυτή, αυξήθηκαν κατά 156% και ανήλθαν σε 2.367.
Υπενθυμίζεται ότι οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές που θέλουν να εξασφαλίσουν ακίνητο με το υφιστάμενο όριο των 250.000 ευρώ στις περιοχές, όπου θα ισχύσει ο διπλασιασμός, θα πρέπει να έχουν συνάψει προσύμφωνο αγοράς έως τις 31 Ιουλίου, μετά την πρόσφατη παράταση που δόθηκε. Στη συνέχεια, η συναλλαγή θα πρέπει να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2023.
Σύμφωνα με τους επαγγελματίες του κλάδου, Ισραήλ, Κίνα, Λίβανος και Τουρκία είναι οι χώρες που εμφανίζονται πιο κινητικές, ιδίως για ακίνητα στον παραλιακό άξονα, αλλά και την Κηφισιά από τα βόρεια προάστια. Επίσης, στην Βόρεια Ελλάδα παρατηρείται μεγάλη ζήτηση από βαλκανικές χώρες, αλλά και από την Ρωσία (παρότι για τους Ρώσους πολίτες παραμένει σε ισχύ η απαγόρευση έκδοσης άδειας παραμονής, μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα).
πηγή :
Νίκος Ρουσάνογλου